ΕΛΛΑΔΑ

Washington Post: Πώς η Ελλάδα κατάφερε να περιορίσει τον κορωνοϊό

Washington Post: Πώς η Ελλάδα κατάφερε να περιορίσει τον κορωνοϊό
AP Photo/Petros Giannakouris

Την επιτυχημένη συνταγή που ακολουθεί η Ελλάδα στη μάχη κατά της πανδημίας του νέου κορωνοϊού αναλύει η αμερικανική εφημερίδα Washington Post, κάνοντας ειδική αναφορά στον «στρατηγό» Σωτήρη Τσιόδρα αλλά και στον οικονομικό αντίκτυπο του lockdown για μια χώρα που μόλις άρχιζε να βλέπει το φως στο τούνελ της 10ετούς ύφεσης.

«Η Ελλάδα έχει έναν από τους γηραιότερους πληθυσμούς στην Ευρώπη, ένα σύστημα υγείας αποδυναμωμένο από μια δεκαετία λιτότητας και μακρύ ιστορικό ανυπακοής στις κρατικές εντολές. Καθώς ο κορωνοϊός εξαπλωνόταν στην υφήλιο, υπήρχε ανησυχία στην Αθήνα ότι αυτοί οι παράγοντες θα μπορούσαν συνδυαστικά να οδηγήσουν σε μια μνημειώδη ανθρώπινη τραγωδία. Ωστόσο, προς έκπληξη πολλών εδώ, η Ελλάδα μέχρι στιγμής έχει αποφύγει αυτό το δυστοπικό σενάριο, και αποτελεί πλέον παράδειγμα για το πώς ακόμα και μια ευάλωτη χώρα μπορεί να περιορίσει τον ιό, εάν δράσει γρήγορα και πείσει τον κόσμο να πάρει σοβαρά την απειλή», αναφέρει το δημοσίευμα.

«Δείξαμε τον καλύτερο εαυτό μας... Και αυτό μας γεμίζει με περηφάνια και μας εξοπλίζει με πρόσθετο κουράγιο να συνεχίσουμε τη μάχη» δήλωσε πρόσφατα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως υπενθυμίζει η εφημερίδα: «Ενώ η γειτονική της χώρα στη Μεσόγειο, η Ιταλία, συνεχίζει να ανακοινώνει ημερήσιους απολογισμούς θανάτων που κυμαίνονται στους 500, η Ελλάδα, με 1/6 του πληθυσμού, δεν έχει καταγράψει ποτέ περισσότερους από εννέα θανάτους την ημέρα. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι θα ξεκινήσει την άρση των περιορισμών από το πρώτο μισό του Μαΐου».

«Οι άνθρωποι πίστευαν ότι το σύστημα υγείας της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει» αναφέρει στην εφημερίδα ο Αλέξανδρος Κεντικελένης, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου. Σύμφωνα με τον καθηγητή, η κυβέρνηση ενήργησε γρήγορα, έχοντας επίγνωση των πιθανών προβλημάτων, και «τα καλά αποτελέσματα έδωσαν νέα ελπίδα στον κόσμο».

«Υπό μία έννοια, οι Έλληνες ήταν προετοιμασμένοι για αυτήν την κρίση, έχοντας την εμπειρία μιας δεκαετίας βαθιάς οικονομικής ύφεσης. Δεν χρειάστηκαν πολλά για να πειστούν ότι ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας θα μπορούσε να ανατρέψει ξανά την κανονικότητά τους», σημειώνει η Washington Post, εξηγώντας ότι οι επιπτώσεις της νέας κρίσης στον παγκόσμιο τουρισμό αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά και την οικονομία της χώρας μας.

«Όμως, σε μια οδυνηρή στροφή για μια χώρα που είχε αρχίσει να βγαίνει από τις οικονομικές της δυσκολίες, ακόμη και μια επιτυχημένη απάντηση ενάντια στον ιό δεν θα σταματήσει τον αντίκτυπο. Πράγματι, η Ελλάδα προβλέπεται να αντιμετωπίσει ένα από τα βαρύτερα οικονομικά χτυπήματα στην Ευρώπη, λόγω της τεράστιας εξάρτησής της από τον τουρισμό. Η ίδια βιομηχανία που βοήθησε να τραβήξει τη χώρα από την ύφεση είναι τώρα έτοιμη να την στείλει ξανά πίσω.

Η Ελλάδα επέβαλε κοινωνικούς περιορισμούς αργότερα από πολλές ευρωπαϊκές χώρες αλλά σχετικά νωρίς στο πλαίσιο της πορείας του ξεσπάσματος του ιού στη χώρα, σημειώνει το άρθρο: «Έκλεισε τα σχολεία στις 10 Μαρτίου, όταν είχε κάτω από 100 επιβεβαιωμένα κρούσματα. Έβαλε λουκέτο σε καφέ, εστιατόρια, μουσεία και εμπορικά κέντρα στις 13 Μαρτίου, μετά τον πρώτο θάνατο, και επέβαλε εθνικό lockdown στις 23 Μαρτίου, όταν ο απολογισμός των νεκρών είχε φτάσει τους 17». Σε αντίθεση, σημειώνει η αρθρογράφος, όταν η Ιταλία επέκτεινε το lockdown σε όλη την επικράτειά της στις 10 Μαρτίου, πάνω από 460 άτομα είχαν χάσει τη ζωή τους. Όταν επέβαλε το lockdown της η Ισπανία στις 14 Μαρτίου, είχαν καταγραφεί 190 θάνατοι.

Όπως εξηγεί, ένας από τους λόγους που η Ελλάδα τέθηκε σε επιφυλακή τόσο νωρίς ήταν το αποδυναμωμένο σύστημα υγείας της χώρας. «Άλλες χώρες, με πολύ καλύτερες υποδομές και καλύτερη αναλογία κλινών ΜΕΘ-πληθυσμού διατήρησαν την ψευδαίσθηση ότι τα συστήματά τους θα μπορούσαν να ανταποκριθούν, έτσι καθυστέρησαν [να πάρουν μέτρα]» εξηγεί ο Γιάννης Τούντας, επικεφαλής του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής. Η Έλενα Καραμπατσάκη, επιμελήτρια στο Νοσοκομείο Γεννηματάς επισημαίνει ότι το προσωπικό στα νοσοκομεία άρχισε να εκπαιδεύεται στην αντιμετώπιση του ιού ήδη από τον Γενάρη. Επίσης, μέχρι τα μέσα Απριλίου, η κυβέρνηση είχε αυξήσει τις κλίνες ΜΕΘ κατά 50%. Ωστόσο παραμένουν αδυναμίες στο σύστημα υγείας, επισημαίνεται στο δημοσίευμα, ενώ γίνεται αναφορά και στις ανησυχίες που παραμένουν για τυχόν έξαρση του ιού σε κέντρα φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών.

Γενικά για τους Έλληνες, η απόκριση της χώρας τους στην κρίση έχει φέρει μια αίσθηση περηφάνιας που η χώρα είχε να νιώσει από το 2004, όταν φιλoξένησε του Ολυμπιακούς αγώνες, συμπληρώνει ο αρθρογράφος της Washington Post. To μήνυμα της κυβέρνησης «Μείνετε σπίτι» έχει γίνει αποδεκτό και έχει εφαρμοστεί, με τη βοήθεια διάσημων Ελλήνων που δίνουν συμβουλές για το πλύσιμο των χεριών και συστήνουν στα εγγόνια να μην πλησιάζουν τον παππού και τη γιαγιά για να μην τους θέσουν σε κίνδυνο.

Ειδική αναφορά στον Τσιόδρα

Ειδική αναφορά κάνει τέλος το δημοσίευμα και στον Σωτήρη Τσιόδρα, τον λοιμωξιολόγο και εκπρόσωπο του υπουργείου Υγείας, που έχει εξελιχθεί σε πρωταγωνιστή των ημερών. Όπως αναφέρει το άρθρο τις αναφορές του Τσιόδρα «συμφωνα με δημοσκοπήσεις, τα δύο τρίτα των Ελλήνων συντονίζονται κάθε μέρα στις 18.00 για να ακούσουν». «Καθισμένος πίσω από ένα γραφείο σε ένα φωτεινό δωμάτιο, παραθέτει τους αριθμούς και τις τελευταίες ιατρικές συμβουλές. Τις στεγνές αναφορές ακολουθούν συχνά προσωπικές σκέψεις και σχόλια για την ενότητα και τη συμπόνια, που συχνά θυμίζουν [θρησκευτικό] κήρυγμα. Η ανθρωπιά του χτυπάει μια ευαίσθητη χορδή πολλών Ελλήνων», σημειώνει ο αρθρογράφος.

Το άρθρο καταλήγει αναφερόμενο στις σημαντικές προκλήσεις που καλείται να αντιπαλέψει η χώρα, συμπεριλαμβανομένης της ανησυχίας για την οικονομία.

«Μια πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, η οποία εξέτασε τον αντίκτυπο των lockdown σε περισσότερες από 40 προηγμένες χώρες, προέβλεψε ότι η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει το πιο έντονο οικονομικό πλήγμα», υπενθυμίζει το άρθρο, υπογραμμίζοντας ότι «ο τουριστικός τομέας αντιπροσωπεύει περίπου το 25% του ελληνικού εργατικού δυναμικού - περισσότερες από ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας. Αυτή τη στιγμή, ο τομέας αυτός είναι στον πάγο. Και ενώ οι Έλληνες αναμένουν ότι η χώρα τους θα μπορέσει τελικά να μετατραπεί σε έναν σχετικά ασφαλή προορισμό, δεν είναι σαφές πότε οι παγκόσμιοι ταξιδιωτικοί περιορισμοί θα επιτρέψουν στους ταξιδιώτες του πλανήτη να κάνουν διακοπές τόσο εύκολα όσο κάποτε».

Ο Μίλτος Παλάτζας, 29 ετών, από την Κοζάνη, μια πόλη της Βόρειας Ελλάδας, είχε σπουδάσει λογιστική όταν η οικονομική κρίση άρχισε να ξεδιπλώνεται, αλλά στη συνέχεια μεταπήδησε στον τομέα του του ρισμού και τώρα διαχειρίζεται ένα εστιατόριο σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο, ολοκληρώνει το άρθρο η Washington Post.

«Ήταν ένας συμβιβασμός», λέει. «Αλλά όταν ζεις μια κρίση πρέπει να προσαρμοστείς. Ο τουρισμός υπήρξε ο μοναδικός τομέας. Ίσως αυτό να αλλάξει τώρα».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ