ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Συνθηκολόγηση» ΔΝΤ – Γερμανίας για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους

«Συνθηκολόγηση» ΔΝΤ – Γερμανίας για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους
EPA

Ένας «χρυσός συμβιβασμός» μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Γερμανίας φαίνεται πως έχει επιτευχθεί στο ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Το Ταμείο αποδέχεται πλέον πως οι αποφάσεις του Eurogroup του Μαΐου του 2016 «ευθυγραμμίζονται» με την αξιόπιστη στρατηγική που ζητά για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος, ενώ η γερμανική πλευρά φέρεται να αποδέχεται τον λεπτομερέστερο προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων που είχε αποφασίσει στις 24 Μάιου 2016 η Ευρωομάδα.

Τον συμβιβασμό αυτό απεκάλυψε στο CNN Greece πηγή από την Ουάσιγκτον. «Το αίτημα του ΔΝΤ για μια αξιόπιστη στρατηγική που θα διασφαλίζει ότι το χρέος της Ελλάδας είναι βιώσιμο ευθυγραμμίζεται με τις αποφάσεις του Eurogroup του Μαΐου του 2016», ανέφερε απαντώντας σε σχετική ερώτηση.

Να σημειωθεί πως μέχρι και πρόσφατα το ΔΝΤ μιλούσε για την ανάγκη οι αποφάσεις για την ελάφρυνση του χρέους να πάνε πιο μακριά από το πνεύμα του Eurogroup του περυσινού Μαΐου. Ενδεικτικά στην έκθεση του άρθρου 4 για την ελληνική οικονομία που είχε δημοσιοποιήσει προ τριμήνου το ΔΝΤ, ζητούσε η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους να βασιστεί σε παρεμβάσεις που «υπερβαίνουν το πεδίο των μέτρων που προτείνει η Ευρωομάδα».

Στην ίδια έκθεση το Ταμείο ανέφερε πως «προκειμένου να υπάρξει περισσότερη αξιοπιστία στη στρατηγική για το χρέος της Ελλάδας, απαιτείται περαιτέρω εξειδίκευση των μέτρων όσον αφορά στον τύπο και το εύρος της ανακούφισης του χρέους που αναμένεται».

Πλέον ο συμβιβασμός του Ταμείου με την Γερμανία οδήγησε αφενός την Κριστίν Λαγκάρντ και το επιτελείο της να κάνουν πίσω στο θέμα των πρόσθετων παρεμβάσεων για το χρέος αφετέρου ανάγκασε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να δεχθεί την περαιτέρω εξειδίκευση των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους και μάλιστα προεκλογικά.

Το σφικτό χρονοδιάγραμμα

Μια πρώτη πολιτική συζήτηση για τις λεπτομέρειες ελάφρυνσης του χρέους θα γίνει σήμερα και αύριο στο περιθώριο της συνόδου της G7 στο Μπάρι και στο λεγόμενο Washington Group. Θα ακολουθήσει μια πρώτη τεχνική επεξεργασία των μέτρων για το χρέος και η συζήτηση για το ύψος των πλεονασμάτων στο EuroWorking Group της προσεχής Δευτέρας. Η ελληνική πλευρά θα ενημερωθεί για τις σχετικές αποφάσεις του Washington Group πιθανότατα κατά την συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα την Κυριακή στο Πεκίνο με την Κριστίν Λαγκάρντ.

Σε κάθε περίπτωση η τεχνική επεξεργασία των προτάσεων για το χρέος θα συνεχιστεί και μετά το Eurogroup της 22ας Μαΐου όπου θα αναζητηθεί μια πρώτη συμφωνία για τις κατευθύνσεις πολιτικής.

Κομβικό τόσο για την αποκρυστάλλωση της αξιόπιστης στρατηγικής για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, όσο και για την εκταμίευση της δόσης που σχετίζεται με τη δεύτερη αξιολόγηση θα είναι το Eurogroup που θα διεξαχθεί στο Λουξεμβούργου στις 15 Ιουνίου. Αυτό διότι την ίδια ημέρα θα συνεδριάσουν στην ετήσια τους σύνοδο τα Συμβούλια Διοικητών (Board of Governors) και Διευθυντών (Board of Directors) του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), τα οποία θα σφραγίσουν τις αποφάσεις του Eurogroup.

Πως θα μοιάζει η ελάφρυνση του χρέους

Σύμφωνα με την απόφαση του Eurogroup του Μαΐου του 2016 είναι δυνατόν να υπάρξει μερική εξόφληση των υφιστάμενων δανείων προς την Ελλάδα με τη ενεργοποίηση αχρησιμοποίητων πόρων στο πλαίσιο του προγράμματος του ESM με σκοπό να μειωθεί το κόστος των επιτοκίων και να επεκταθούν οι διάρκειες. Για παράδειγμα με την αξιοποίηση των κεφαλαίων που δεν χρησιμοποιήθηκαν στην ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, θα μπορούσαν να αγοραστούν δάνεια του ΔΝΤ, για τα οποία το σημερινό επιτόκιο είναι περίπου 3,4%, από τον ESM. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα το επιτόκιο να πέσει στο 1,25%.

Η απόφαση του Eurogroup του Μαΐου του 2016 προέβλεπε ακόμη τη δυνατότητα μεταφοράς στον ESM των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ομόλογα των προγραμμάτων ANFA και SMP, ώστε να επέλθει μείωση των μελλοντικών ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών.

Ακόμη, η απόφαση προέβλεπε την κατάργηση του περιθωρίου επιτοκίου που σχετίζεται με την επαναγορά χρέους, κάτι που σημαίνει ότι η χώρα θα μπορούσε να δανείζεται με ακόμη χαμηλότερα επιτόκια. Σήμερα όταν ο ESM δανείζεται για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας, η χώρα πληρώνει το μέσο επιτόκιο δανεισμού του ESM. Αν ισχύσει η μεσοπρόθεσμη παρέμβαση η χώρα θα πληρώνει το επιτόκιο με το οποίο δανείστηκε απευθείας ο ESM και το οποίο είναι αρκετά πιο χαμηλό.

Η απόφαση της Ευρωομάδας προέβλεπε ότι εάν κριθεί απαραίτητο θα μπορούσε να υπάρξει κάποια στοχευμένη αναδιάρθρωση των δανείων του EFSF, όπως π.χ. επέκταση της μέσης σταθμισμένης διάρκειας, καθώς και μείωση ή αναβολή των πληρωμών τόκων, χωρίς όμως αυτό να συνεπάγεται κανένα επιπλέον κόστος για τις χώρες της ευρωζώνης ή για τον EFSF.

Σύμφωνα με την απόφαση του Eurogroup , το πνεύμα της οποίας γίνεται αποδεκτό πλέον από το ΔΝΤ, αυτά τα μέτρα θα τεθούν σε εφαρμογή εάν η επικαιροποιημένη ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους την οποία θα συντάξουν οι θεσμοί στο τέλος του προγράμματος δείξει ότι είναι απαραίτητα ώστε να επιτευχθεί το όριο των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών (15% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση). Μάλιστα, η Ευρωομάδα ξεκαθάρισε πως τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα εφαρμοστούν εάν και εφόσον θεσμοί και Eurogroup αξιολογήσουν στο τέλος του ελληνικού προγράμματος πως αυτό εφαρμόσθηκε άρτια.

Τι κερδίζει και τί χάνει η Ελλάδα

Τα κέρδη και οι απώλειες της Ελλάδος από το συμβιβασμό ΔΝΤ – Γερμανίας για το ελληνικό χρέος είναι, εν πολλοίς, εμφανή.

Στα θετικά συμπεριλαμβάνονται το ότι το ΔΝΤ θα μετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα, κάτι που θα ξεκλειδώσει τη δόση των 8 δισ. ευρώ για να αποπληρωθούν τα δάνεια του Ιουλίου και θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να συντάξει μια θετική έκθεση προόδου για το ελληνικό χρέος εντάσσοντας τη χώρα μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης πριν αυτό εκπνεύσει.

Στα αρνητικά περιλαμβάνεται το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν πήρε τίποτε περισσότερο για το χρέος από όσα είχε λάβει το Μάιο του 2016 και τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή στα τέλη του 2018 και εφόσον το πρόγραμμα εφαρμοστεί ενδιάμεσα με ακρίβεια. Αυτό σημαίνει πως στις αξιολογήσεις που θα ακολουθήσουν τους επομένους 14 μήνες έως τη λήξη του προγράμματος θεσμοί και Eurogroup θα ασκούν διαρκείς πιέσεις επικαλούμενοι τις αποφάσεις για τη μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ