ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Συγκίνηση στην πολιτική κηδεία της Μυρσίνης Ζορμπά - Ο αποχαιρετισμός του Τσίπρα

Συγκίνηση στην πολιτική κηδεία της Μυρσίνης Ζορμπά - Ο αποχαιρετισμός του Τσίπρα
Ο σύντροφος της Μυρσίνης Ζορμπά, καθηγητής Αντώνης Λιάκος INTIME / ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Βαθιά συγκίνηση επικράτησε στο τελευταίο «αντίο» στην πρώην υπουργό Πολιτισμού και μεγάλη Κυρία των Γραμμάτων, Μυρσίνη Ζορμπά, η οποία έφυγε από τη ζωή την περασμένη Πέμπτη, σε ηλικία 74 ετών, έπειτα από σκληρή μάχη με τον καρκίνο.

Η πολιτική κηδεία της Μυρσίνης Ζορμπά πραγματοποιήθηκε στον προαύλιο χώρο του ΣΦΕΑ, στο Πάρκο Ελευθερίας, (πρώην ΕΑΤ-ΕΣΑ), παρουσία συγγενών, φίλων και εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου, ενώ η αποτέφρωσή της έγινε το απόγευμα στο αποτεφρωτηριο Ριτσώνας.

Η εκλιπούσα διετέλεσε Υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από τον Αύγουστο του 2018 μέχρι τον Ιούλιο του 2019, καθώς και ευρωβουλευτής την τετραετία 2000-2004 και ήταν πρώτη διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου από το 1995 μέχρι το 1999.

Ο θάνατός της γνωστοποιήθηκε μέσω Facebook με ένα συγκλονιστικό κείμενο που είχε γράψει η ίδια για την μάχη που έδινε τα τελευταία χρόνια.

Τραγική φιγούρα ο σύντροφος της, καθηγητής Αντώνης Λιάκος, ο οποίος εκφώνησε επικήδειο, όντας συντετριμμένος.

Στο τελευταίο «αντίο» το παρών έδωσαν συγγενείς και φίλοι της εκλιπούσας, καθώς και πολιτικοί και άνθρωποι της τέχνης και του πολιτισμού. Ανάμεσά τους και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας και άλλα στελέχη του κόμματος.

Στον επικήδειο χαιρετισμό του, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ανέφερε: «Αποχαιρετούμε σήμερα, με οδύνη και σεβασμό, μία ξεχωριστή γυναίκα, μία σεμνή αγωνίστρια, μία φωτεινή προσωπικότητα: Τη συντρόφισσά μας Μυρσίνη Ζορμπά.

Η Μυρσίνη μεγάλωσε στην Ηλιούπολη στα δύσκολα χρόνια του μετεμφυλιακού κράτους. Και από πολύ νωρίς, διάλεξε πλευρά. Τη δύσκολη πλευρά, να πορεύεται όχι με το ρεύμα αλλά με πυξίδα τα ιδανικά της. Την πλευρά των καταπιεσμένων, την πλευρά εκείνων που πρότασσαν το εμείς από το εγώ.

Συνεπαρμένη από τη μεγάλη δύναμη των απελευθερωτικών ιδεών της Αριστεράς, αλλά και με περίσσια προσωπική αποφασιστικότητα. Αυτές ήταν οι αποσκευές της το 1967 όταν 18 χρονών εντάχθηκε στις τάξεις του Πανελλήνιου Αντιδικτατορικού Μετώπου.

Ήταν μία εμπειρία που τη σημάδεψε. Όχι μόνο για τη βιωματική ταύτιση με τις ιδέες της ανανεωτικής αριστεράς και τη δύσκολη πράξη της καθημερινής αντίστασης απέναντι σε ένα βάρβαρο καθεστώς- το οποίο τη συνέλαβε και την τιμώρησε.

Αλλά για τη μεγάλη ανάγκη σύνδεσης της δράσης -ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες- με τη διανοητική αναζήτηση, το θαρραλέο στοχασμό, την ανατροφοδότηση του πάθους για ελευθερία με ιδέες και αναφορές που το μετασχηματίζουν σε πολιτικό περιεχόμενο.

Αυτός ο μοναδικός συνδυασμός πολιτικής πρακτικής και νοητικής εγρήγορσης οδήγησε τη Μυρσίνη στο εκδοτικό εγχείρημα του Οδυσσέα, τη συμμετοχή στις οραματικές συλλογικότητες της μεταπολίτευσης, τη μετάφραση και έκδοση στην Ελλάδα των πρωτοπόρων στοχαστών της μαρξιστικής σκέψης- με κύριο σημείο αναφοράς τον Αντόνιο Γκράμσι.

Κάθε φορά που οι δυνάμεις της συντήρησης θα επιτίθενται στο ριζοσπαστικό φορτίο της Μεταπολίτευσης, η δική μας σκέψη θα επιστρέφει στην ευγενική φυσιογνωμία της Μυρσίνης και στο όραμά της για την πολιτισμική δημοκρατία.

Όχι ως μία στενή θεωρητική σύλληψη, αλλά ως πολιτικό αίτημα με ριζοσπαστικό βάθος.

Απέναντι στην κυρίαρχη αντίληψη που για δεκαετίες θεωρούσε τον πολιτισμό μια πολυτέλεια για τις ελίτ, η Μυρσίνη έδωσε τη μεγάλη μάχη για ένα νέο υπόδειγμα: έναν πολιτισμό ανοιχτό και δυναμικό, έναν πολιτισμό που θα διαπερνά τη συλλογική μας καθημερινότητα, ένα πολιτισμό που θα αντιμετωπίζει τους ανθρώπους του, με όρους αξιοπρέπειας και εμπιστοσύνης.

Μια πολιτική για τον πολιτισμό που έχει το βλέμμα της στραμμένο στο μέλλον και όχι στην διαρκή ανακύκλωση των κουρασμένων κλισέ και τη στενόμυαλη λατρεία ενός αποστειρωμένου παρελθόντος.

Και αυτό το όραμα το έκανε πράξη με έναν μοναδικό συνδυασμό: Μέσα και έξω από τους θεσμούς. Συμμετέχοντας και πρωταγωνιστώντας σε θέσεις ευθύνης, αλλά ταυτόχρονα δημιουργώντας εναλλακτικά δίκτυα και πρωτοβουλίες που μετέτρεπαν το αίτημα της πολιτισμικής δημοκρατίας σε καθημερινή πρακτική. Πάντα όμως στο πλευρό των πολλών. Των καταπιεσμένων. Της κοινωνίας.

Για αυτό και σήμερα είμαστε τόσοι πολλές και πολλοί εδώ για να την αποχαιρετήσουμε, από διαφορετικούς χώρους και με διαφορετικές εμπειρίες. Γιατί η Μυρσίνη ήταν μια πολύπλευρη προσωπικότητα που σε κέρδιζε από την πρώτη στιγμή με το ευγενικό της χαμόγελο και το διεισδυτικό της βλέμμα. Με τη μοναδική της ευαισθησία και τη σπάνιά της εργατικότητα.

Αυτός ήταν ο συνδυασμός που σφράγισε το πέρασμά της από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, από το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού, από την Ευρωβουλή, από τις μικρές και μεγάλες πρωτοβουλίες που είχαν στο επίκεντρό τους το διαρκές αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτική ελευθερία.

Αυτός ο συνδυασμός σφράγισε και τη θητεία της στο υπουργείο Πολιτισμού -αυτό το πολύπαθο υπουργείο.

Μία φωτεινή στιγμή προώθησης νέων και καινοτόμων αντιλήψεων, σύγκρουσης με τις δυνάμεις της αδράνειας και της αδιαφάνειας, οραματικού σχεδιασμού για τη δυνατότητα η χώρα μας να βιώσει μία νέα επανάσταση καλλιτεχνικής και πολιτισμικής δημιουργίας.

Η Μυρσίνη μας άφησε, τέλος, και κάτι μοναδικό, τις στιγμές που μας άφηνε.

Ένα συγκλονιστικό -δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη- κείμενο, όταν κλήθηκε να αναμετρηθεί με τον μεγαλύτερο φόβο, αυτόν που δεν βρίσκουμε τη λέξη να τον περιγράψουμε.

Και η Μυρσίνη κατάφερε να τον περιγράψει με μία μόνο λέξη: «ανυπαρξία».

Δείχνοντάς μας, όμως ταυτόχρονα, το δρόμο της αναμέτρησης με τον φόβο της ανυπαρξίας.

Μέσα από το παράδειγμά της.

Κυρίως όμως μέσα από την σπουδαία ύπαρξή της.

Μέσα από τη ζωή και το έργο της.

Μια ύπαρξη που ταυτίστηκε με το ασίγαστο πάθος της δικαιοσύνης, με την προσήλωση στα οράματα της χειραφέτησης, με τη στοχαστική και συνάμα μαχητική στάση απέναντι στον κόσμο που μας περιβάλλει.

Αυτός ο πλούτος της ύπαρξής της.

Αυτή η δύναμη των ιδεών –που όπως έγραψε και η ίδια «δεν σταματάει να υπάρχει»-

Θα είναι ο μεγάλος μας σύμμαχος στις μεγάλες και στις μικρές μάχες που έχουμε μπροστά μας. Και γι’ αυτό της οφείλουμε αποχαιρετώντας τη, ένα μεγάλο ευχαριστώ.

Ποια ήταν η Μυρσίνη Ζορμπά

Η Μυρσίνη Ζορμπά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1949, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έκανε το μεταπτυχιακό της στη Φιλοσοφία του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Ρώμης La Sapienza. Το 2022 το ιστορικό πανεπιστήμιο έδωσε τιμητικά το όνομά της στην έδρα Νεοελληνικών Σπουδών. Υπήρξε μέλος του ΠΑΜ στον αντιδικτατορικό αγώνα, της Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων και της πρώτης έκδοσης του περιοδικού "Αντί".

Το 2000 εξελέγη ευρωβουλευτής με το ΠΑΣΟΚ. Συνεργάστηκε με τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη ως διευθύντρια του πολιτικού γραφείου του. Το 2018 ανέλαβε το υπουργείο Πολιτισμού έπειτα από πρόσκληση του Αλέξη Τσίπρα.

Η είδηση του θανάτου της έγινε γνωστή την Πέμπτη το βράδυ, μέσα από μία ανάρτηση στη σελίδα της στο Facebook, την οποία αναδημοσίευσε ο σύντροφος της, Αντώνης Λιάκος.

Το τελευταίο κείμενο της Μυρσίνης Ζορμπά

Η λέξη που ταιριάζει σε αυτόν τον σύντομο ορίζοντά μου είναι η ανυπαρξία. Δεν περιγράφεται, γιατί είναι ένας ου τόπος, ου χρόνος. Την περασμένη εβδομάδα στη συζήτηση με τον γιατρό κατάλαβα ότι διακόπτουμε τις χημειοθεραπείες, δεν είχαν αποτέλεσμα, και ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Επομένως η ανυπαρξία είναι αυτό που εκφράζει καλύτερα, που διατυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που έρχεται.

Βέβαια όλο το διάστημα, εδώ και έναν χρόνο, μέσα από τη συμπίεση, που διαρκώς μεγαλώνει, τον χρόνο που η κλεψύδρα του αδειάζει, διογκώνεται ο φόβος, που στην αρχή είχε μερικές χαραμάδες, κάποιες ελπίδες, μερικά ίσως πιθανόν, και σιγά σιγά ο φόβος καταλαμβάνει όλον τον υπάρχοντα χρόνο και είναι τόσο απόλυτος που πια δεν φοβάσαι, γιατί δεν υπάρχει μέσα σε αυτό κάτι που να κινείται, να έχει μία ροή.

Υπάρχει μόνο αυτό που ζεις και που από τη μία μεριά είναι σκοτεινό και δυσοίωνο, μια δυστοπία, από την άλλη είναι η πραγματική ζωή, αυτό το κάθε μέρα, που το επιμελείσαι, το φροντίζεις. Το φαγητό, το διάβασμα, ο καιρός έξω από το παράθυρο, τα ωραία λουλούδια, οι φίλοι, οι επικοινωνίες οι συζητήσεις, τα ενδιαφέροντα πάνω απ’ όλα, η δύναμη των ιδεών που δεν σταματάει να υπάρχει και που καταφέρνει να εξακτινωθεί πέρα από χρόνο.

Επομένως υπάρχουν οι δύο πλευρές και η ζωή είναι αυτή που κερδίζει την καθημερινότητα, οπότε αυτός ο συμπαγής όγκος του φόβου μένει εκεί, παγωμένος και παγιωμένος και σου επιτρέπει να ζήσεις αυτό που ζεις. Πιο πέρα, σηκώνοντας το βλέμμα, η ανυπαρξία είναι το πιο ρεαλιστικό… Είναι λίγο αστείο βέβαια, καμία ανυπαρξία δεν είναι ρεαλιστική, παρά μόνο άμα τη βλέπεις απ’ έξω και εγώ τη βλέπω από πολύ κοντά πια».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ