Βασίλης Μπισμπίκης: Κάποιες φορές λέω ότι είμαι λίγος και άλλες βρίσκω την αυτοπεποίθησή μου
«Ο Γιάννης Οικονομίδης είναι φίλος μου, τον αγαπάω πολύ και τον εκτιμώ. Με κάνει να νιώθω ασφαλής για να δώσω ό,τι καλύτερο μέσα μου. Κάθε σκηνή είναι πρόκληση, αλλά όταν δουλεύεις μαζί του, ακόμα και το ουίσκι που ανοίγουμε μετά τις πρόβες γίνεται δημιουργία»: ο Βασίλης Μπισμπίκης μιλά στο CNN Greece και στο Επί Σκηνής, για τη νέα ταινία του καταξιωμένου Έλληνα σκηνοθέτη «Σπασμένη Φλέβα», τη φιλία, την τέχνη, το στοίχημα του σινεμά και του θεάτρου και την αιώνια μαγεία της ανθρώπινης συνεργασίας.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με τη «Σπασμένη Φλέβα» του Γιάννη Οικονομίδη, σε μια συνεργασία που μοιάζει να κουβαλά το βάρος και την οικειότητα μιας σχέσης ζωής.
Η φιλία τους, όπως ο ίδιος λέει, είναι από εκείνες που «κουμπώνουν» χωρίς κόπο, γιατί στηρίζονται σε αμοιβαίο σεβασμό, κοινή αισθητική και μια σχεδόν σιωπηλή κατανόηση για το τι σημαίνει δημιουργία.

O Βασίλης Μπίσμπίκης.
Νικόλας Κόρνφορντ/CNN Greece«Είμαστε φίλοι με τον Γιάννη. Γνωριζόμαστε κοντά 15 χρόνια τώρα. Είμαστε συνδημιουργοί με έναν τρόπο. Δουλέψαμε στην πρώτη ταινία, γνωριστήκαμε καλύτερα, γίναμε φίλοι, και ο Γιάννης πιστεύει σε αυτό το περιβάλλον. Δηλαδή, στις ταινίες χρησιμοποιεί τους φίλους, το στενό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται. Πολλές φορές μπορεί να σταματούσαμε μια πρόβα και να πίναμε ένα μπουκάλι ουίσκι και να καθόμασταν όλοι μαζί, όλη η παρέα, και να μιλούσαμε για την ταινία».
Δεν είναι τυχαίο πως το σενάριο γράφτηκε με εκείνον ήδη μέσα στο κάδρο – μια συνθήκη που τον ενεργοποίησε από την πρώτη στιγμή:
«Έχω την εντύπωση… όχι, δεν έχω την εντύπωση — είμαι σίγουρος — ότι όταν έγραψε αυτή την ταινία μαζί με τον Βαγγέλη Μουρίκη, απ’ ό,τι είχε πει ο ίδιος δηλαδή, στο μυαλό του είχε εμένα από την αρχή. Οπότε, με έναν τρόπο, με είχε σκεφτεί ήδη. Ήταν μεγάλη τιμή αυτό για μένα», παραδέχεται, περιγράφοντας την αίσθηση ότι έμπαινε σε έναν κόσμο που είχε χτιστεί για εκείνον.
Ο Οικονομίδης, πιστός στον τρόπο εργασίας του, στήνει ξανά εκείνη την εξάμηνη διαδικασία προβών που πολλοί ηθοποιοί χαρακτηρίζουν «τελετουργία».
Για τον Μπισμπίκη όμως, αυτή η διαδικασία είναι ο αληθινός χώρος της δημιουργίας:
«Μπορείς να είσαι 100% μέσα… να βγάλεις όλο τον καλλιτεχνικό οίστρο που έχεις μέσα σου. Κάνει αρκετό καιρό πρόβες — κάνει έξι μήνες πρόβες — οπότε δημιουργεί ένα περιβάλλον τέτοιο που μπορείς να είσαι 100% μέσα, να κερδίσεις το στοίχημα, να προπονηθείς αρκετά για να έρθει το ‘’ρεκόρ’’ όταν θα γίνει η λήψη.», λέει, τονίζοντας πως οι πρόβες δεν είναι απλώς τεχνική προετοιμασία αλλά ένα αργό ξεγύμνωμα, όπου ο ηθοποιός αναγκάζεται να αφήσει πίσω του κάθε μηχανισμό άμυνας και να δουλέψει με κάτι πιο ωμό.
Μέσα σ’ αυτή τη διαδρομή, υπήρξε μια σκηνή που τον συγκλόνισε περισσότερο από όλες – εκείνη που απαιτούσε να σωπάσει. Το μονοπλάνο με τη Μαρία Κεχαγιόγλου, μια σιωπηλή κατάθεση, τον οδήγησε σε ένα απροσδόκητο «ξεγύμνωμα»:
«Το να κάτσεις να αφουγκραστείς όλο αυτό το πράγμα… να ταπεινωθείς, να εξευτελιστείς, να μικρύνεις, να γίνεις τόσος», λέει, περιγράφοντας τη στιγμή που κατάλαβε ότι η σιωπή μπορεί να γίνει πιο αποκαλυπτική από οποιαδήποτε ατάκα.
Κι όμως, όσο απαιτητικός κι αν είναι ο κινηματογράφος, η ταυτότητά του παραμένει αμετακίνητη. Κάθε φορά, πίσω από κάθε ρόλο, πίσω από κάθε ρίσκο, υπάρχει το θέατρο — η πραγματική του ρίζα.
«Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτό… η ζωή μου είναι η δημιουργία και το θέατρο», σημειώνει, θυμίζοντας πως η ομάδα Καρτέλ, την οποία έχει χτίσει από το 2013, είναι ο πυρήνας όπου επιστρέφει για να ισορροπήσει. Ένας χώρος που λειτουργεί πια σαν οικογένεια, με κοινό κώδικα, κοινή γλώσσα και κοινή φιλοδοξία: να δημιουργούν αληθινά, ακόμη κι όταν αυτό σημαίνει υπέρβαση των ορίων.