ΤΑΞΙΔΙ

Πώς είναι στα αλήθεια να βρίσκεσαι στο τιμόνι των μεγαλύτερων πλοίων στον κόσμο

©Maxar Technologies vía AP

Το απότομα σταμάτημα είναι μια οικεία μανούβρα για πολλούς οδηγούς οχημάτων. Ένας κίνδυνος εμφανίζεται από το πουθενά μπροστά του, το οδηγός «πλακώνεται στα φρένα» , το όχημα «κοκαλώνει» και –καλώς εχόντων των πραγμάτων- το ζήτημα τίθεται υπό έλεγχο. Τι γίνεται όμως όταν το όχημα που οδηγείς έχεις το μέγεθος ενός μικρού χωριού και μάλιστα δεν συνοδεύεται από φρένα;

Αυτό το ερώτημα καλούνται να απαντήσουν όσοι κάθονται στο τιμόνι των εκατοντάδων γιγάντιων κοντέινερ και κρουαζιερόπλοιων των παγκόσμιων θαλασσών.

Ένα ερώτημα που έφερε ξανά στην επιφάνεια η πρόσφατη προσκόλληση του γιγαντιαίου εμπορικού πλοίου Ever Given, μήκους όσο το ύψος του Empire State Building, στην τεράστιας σημασίας υδάτινη δίοδο της Διώρυγας του Σουέζ.

Δεδομένης μάλιστα της κίνησης στο κανάλι –σε κανονικές συνθήκες διέρχονται από αυτό περίπου 106 τιτάνες των ωκεανών- είναι αξιοπερίεργο πώς τέτοια ατυχήματα δεν συμβαίνουν πιο συχνά.

Από την οπτική του καπετάνιου

Ο καπετάνιος Yash Gupta εδώ και σχεδόν 20 χρόνια κάθεται στο τιμόνι πλοίων τέτοιου μεγέθους που διασχίζουν τους ωκεανούς του κόσμου.

«Απρόβλεπτη, αλλά πολύ ενδιαφέρουσα», χαρακτηρίζει ο ίδιος τη ζωή στη θάλασσα.

«Αν είσαι στη θάλασσα υπό κανονικές συνθήκες, είναι αρκετά χαλαρωτικό», λέει στο CNNi Travel.

Ωστόσο, προσθέτει, ποτέ δεν ξέρεις τι πρόκειται να σου συμβεί.

«Τη μια μέρα ξυπνάς με γαλήνια θάλασσα και το πλοίο είναι σταθερό σαν βράχος. Την άλλη μέρα ξυπνάς και βλέπεις να έρχεται καταιγίδα και κύματα που φτάνουν τα πέντε, έξι ή και οχτώ μέτρα. Ποτέ δεν ξέρεις».

Το κλειδί, λέει είναι ο σχεδιασμός. Ο Gupta είναι επικεφαλής μίας ομάδας 20 με 25 ατόμων κάθε δεδομένη στιγμή.

Μαζί με την ομάδα πλοήγησης, σχεδιάζουν προσεκτικά τη διαδρομή πριν ξεκινήσει το ταξίδια, συνυπολογίζοντας τις παλίρροιες και τις καιρικές συνθήκες.

Ο άνεμος είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας για τα φορτηγά πλοία καθώς τα στοιβαγμένα εμπορευματοκιβώτια προσδίδουν σε αυτά ένα ύψος που ζαλίζει.

«Φανταστείτε το σαν ένα συμπαγές τείχος, που έρχεται αντιμέτωπο με τον άνεμο», λέει ο Gupta.

Σύμφωνα με αυτόν, η επίδραση του ανέμου είναι μη ελέγξιμη καθώς το πλοίο βρίσκεται στο νερό. Δεν μπορεί να «πλακωθεί στα φρένα», όπως κάνει ένα όχημα στην άσφαλτο.

Πόσο γρήγορα λοιπόν μπορείς να ακινητοποιήσεις ένα φορτηγό πλοίο; Ο καπετάνιος απαντά υπογραμμίζοντας την εξαιρετικά υψηλή ζήτηση στην αποστολή φορτίου.

«Κοιτάξτε γύρω σας, όπου κι αν βρίσκεστε: ό,τι βλέπετε, αγγίζετε ή χρησιμοποιείτε, έχει βρεθεί σε πλοίο».

Όπως τονίζει, η αυξημένη ζήτηση έχει ως αποτέλεσμα την κατασκευή κοντέινερ που να επιταχύνουν και να επιβραδύνουν σε όσο το δυνατόν μικρότερο χρόνο, προκειμένου να αποφεύγονται οι καθυστερήσεις.

Ωστόσο το μέγεθος των πλοίων δεν επιτρέπει θαύματα.

Ένα φορτηγό πλοίο χρειάζεται περίπου 14 με 16 λεπτά για να φτάσει από την υψηλότερη ταχύτητα στο 0.

Οι μηχανισμοί πλοήγησης ποικίλλουν από πλοίο σε πλοίο, με ορισμένα να οδηγούνται από κουμπιά, άλλα από κουμπιά και μοχλούς, ωστόσο τα τιμόνια εξακολουθούν να είναι εν πολλοίς κοινά.

«Πρόκειται για ένα τιμόνι σε συνδυασμό με πολλά ηλεκτρονικά», εξηγεί ο Gupta.

«Όταν το τιμόνι στρέφεται δίνει ηλεκτρονικά σήματα στο πηδάλιο το οποίο περιστρέφεται ανάλογα με την εντολή που δίνεται».

Κατά την πλοήγηση στο Σουέζ, τα πλοία ταξιδεύουν σε κομβόι και πρέπει να ταξιδεύουν λίγο ή πολύ με την ίδια ταχύτητα με το πλοίο που ακολουθούν για το σύνολο των περίπου 12 έως 16 ωρών που μπορεί να χρειαστεί για τη διέλευση του καναλιού.

«Δεν μπορείς ξαφνικά να επιταχύνεις. Διαφορετικά, η απόσταση μεταξύ των δύο πλοίων θα μειώνεται όλο και περισσότερο, και στο τέλος θα συγκρουστείς», λέει ο ναυτικός.

Επιπλέον, είτε προσεγγίζει τη Διώρυγα του Σουέζ από την Ανατολή, είτε από τη Δύση, ένα πλοίο χρειάζεται να έχει επάνω τουλάχιστον έναν πιλότο, εκπρόσωπο της Αρχής της Διώρυγας.

«Αυτός βασικά βοηθάει τον καπετάνιο και πιλοτάρει το φορτηγό», εξηγεί ο Gupta.

Ωστόσο η γενική ευθύνη της ασφαλούς διέλευσης βρίσκεται στα χέρια του καπετάνιου.

Οι ναυτικοί της Διώρυγας είναι ειδικοί την τοπογραφία της περιοχής. Γνωρίζουν τις παλίρροιες, το βάθος του νερού και το πλάτος του καναλιού.

Την ώρα που τα πλοία περνούν το κανάλι, γενικώς δεν μπορούν να προσπεράσουν, παρόλο που σε κάποια σημεία το κανάλι φαρδαίνει, οπότε η προσπέραση επιτρέπεται. Στις περιπτώσεις αυτές οι καπετάνιοι επικοινωνούν μεταξύ τους για να συζητήσουν τις μανούβρες τους.

«Ο καπετάνιος του ενός φορτηγού λέει στον άλλο: Εντάξει, τώρα θα σε προσπεράσω, δώσε μου λίγο χώρο, κάνε στην άκρη, μείωσε ή αύξησε ταχύτητα κ.λπ.», εξηγεί.

Στη διαδικασία εμπλέκονται οι Αρχές της Διώρυγας, κάτι αντίστοιχο της εναέριας κυκλοφορίας, που παρακολουθούν την θαλάσσια κυκλοφορία στην περιοχή.

«Σε κάποιες περιοχές του καναλιού το πέρασμα στενεύει», λέει ο Gupta. «Τα ρυμουλκά συνήθως χρησιμοποιούνται για να ‘συνοδεύουν’ εκεί τα μεγάλα πλοία».

Τα ρυμουλκά ταξιδεύουν παράλληλα με το μεγαλύτερο πλοίο και παραμένουν διαθέσιμα για βοήθεια σε περίπτωση που προκύψουν προβλήματα.

Κρουαζιερόπλοια

Ανάλογες προκλήσεις συνοδεύουν και τα μεγάλα κρουαζιερόπλοια που ταξιδεύουν στην περιοχή.

Από τη μία, είναι επίσης εξαιρετικά ψηλά.

«Όσο πιο ψηλό είναι το πλοίο, όσο μεγαλύτερος ο άνεμος, τόσο πιο ευάλωτος είσαι στις επιπτώσεις του ανέμου, επομένως αυτό είναι όλο κι όλο, αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψη», λέει ο καπετάνιος, David Bathgate, ο οποίος πιλοτάρει το Seabourn Cruise Line, ένα πολυτελές κρουαζιερόπλοιο που ανήκει στη εταιρεία Carnival.

Με πείρα δεκαετιών πίσω από το τιμόνι, ο Bathgate έχει εργαστεί σε φορτηγά πλοία, πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, πετρελαιοφόρα κλπ. Εδώ και 20 χρόνια φέρει τον τίτλο του καπετάνιου.

«Το να βρίσκεται επικεφαλής ενός πλοίου είναι μια γεμάτη και ικανοποιητική εμπειρία», λέει στο CNNi.

Όπως και ο Gupta, προετοιμάζεται με την ομάδα του για τη δημιουργία ενός ταξιδιωτικού πλάνου.

Κάθε σχέδιο, λέει ο Bathgate, περιλαμβάνει τέσσερα βήματα: αξιολόγηση, προγραμματισμός, εκτέλεση και παρακολούθηση.

Ο Bathgate λέει ότι κάθε σχέδιο ταξιδιού ελέγχεται από τουλάχιστον τέσσερα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των ανώτερων αξιωματικών πλοήγησης και ενός περιβαλλοντολόγου αξιωματικού.

Πριν από την πλοήγηση σε ένα στενό πέρασμα, όπως το Σουέζ, η ομάδα του Bathgate θα βεβαιωθεί ότι έχει επίγνωση του βάθους, του πλάτους της πλωτής οδού και αυτών που αποκαλεί, «τυχόν πρόσθετους κινδύνους πλοήγησης».

Αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν ρηχές περιοχές, στροφές, γωνίες ή όχθες. Παρότι αυτές οι τοπογραφικές συνθήκες είναι απίθανο να αλλάζουν, ο αναπάντεχος καιρός μπορεί να έχει και αναπάντεχο αποτέλεσμα.

«Ο καιρός είναι μία από τις σημαντικές πτυχές αυτών την περασμάτων, αναφορικά με την ταχύτητα του ανέμου και την ορατότητα», λέει ο Bathgate.

«Στο Σουέζ, για παράδειγμα, ένας από τους βασικούς κινδύνους είναι οι αμμοθύελλες, τόσο γρήγορες και χωρίς προειδοποίηση. Πολύ δυνατοί άνεμοι μπορούν να παρασύρουν σημαντική ποσότητα άμμου και να μειώσουν την ορατότητα».

Και πόσο εύκολα μπορεί να επιβραδύνει ή να επιταχύνει ένα κρουαζιερόπλοιο; Σε παρόμοιους χρόνους με ένα φορτηγό πλοίο.

«Από την πλήρη ταχύτητα μέχρι το σβήσιμο των μηχανών μπορεί να πάρει 15 λεπτά», λέει.

«Ωστόσο, αν θα θέλαμε να κάνουμε μια στάση πρόσκρουσης (crash stop) βάζοντας τις μηχανές προς τα πίσω, τότε θα χρειαζόμασταν λιγότερο από πέντε λεπτά και η απόσταση που θα διανύσαμε είναι μόνο τα τρία τέταρτα του μιλίου. Για το μέγεθος ενός τέτοιου πλοίου, αυτό είναι αρκετά εντυπωσιακά νούμερα».

Από την οπτική των επιβατών

Την ώρα που ο καπετάνιος του κρουαζιερόπλοιου προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι όλα θα πάνε καλά, οι επιβάτες απολαμβάνουν να βλέπουν από τα μπαλκόνια της καμπίνας τους το κομβόι των πλοίων να διασχίζουν το στενό πέρασμα στο Σουέζ.

Η Pam Broadhead διέσχισε το πέρασμα τον Νοέμβριο του 2019, ταξιδεύοντας με κρουαζιερόπλοιο από την Ισπανία στο Ντουμπάι.

«Ήταν το πρώτο πλοίο που έκανε μια τέτοια διαδρομή έτσι ήταν εντυπωσιακό να βρίσκεσαι στο κατάστρωμα και να βλέπεις την ανατολή του ήλιου», λέει, καθώς θυμάται τους συνεπιβάτες της να πίνουν καφέ και να τρώνε κρουασάν καθώς παρακολουθούσαν το ήλιο να εμφανίζεται στον ορίζοντα.

Περιστασιακά, οι επιβάτες εντόπιζαν ψαρόβαρκες ντόπιων και άλλα πλοία από το κομβόι. «Νομίζω ότι μας άρεσε να χαιρετάμε εμείς εκείνα και εκείνα εμάς», λέει.

Αν και η ίδια και ο σύζυγός της ήλπιζαν για μια καλή θέα της Mubarak Peace Bridge –μια οδική γέφυρα που διασχίζει το κανάλι και ενώνει την Ασία και την Αφρική- ωστόσο η πρωινή ομίχλη δεν τους έκανε το χατίρι.

Η ομίχλη άλλωστε επηρέασε ένα σημαντικό τμήμα του περάσματος, θυμάται η Broadhead. «Σε ένα σημείο, η ορατότητα ήταν μόλις λίγα μέτρα, καθιστώντας αδύνατο να δούμε τα πλάγια του καναλιού ή ακόμη και τα νερά άλλων πλοίων, αλλά συνεχίσαμε σιωπηλά να ταξιδεύουμε μαζί με όλα τα άλλα πλοία που ακολουθούσαν», λέει.

«Ευτυχώς, η ομίχλη εξαφανίστηκε γύρω στα μισά και καταφέραμε να δούμε πολλά από εκεί και πέρα».

Όταν το πλοίο έφτασε στη νότια έξοδο, σταμάτησε για λίγο πριν βγει από το κανάλι.

Η Broadhead και οι άλλοι επιβάτες της μπόρεσαν να παρακολουθήσουν το ταξίδι στο κανάλι να κλείνει καθώς ο ήλιος έδυε πάνω από τον κόλπο του Σουέζ.

What it's really like steering the world's biggest shipsStory, by Francesca Street, CNN

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης