ΚΟΣΜΟΣ

Συνομιλία Μπάιντεν-Ερντογάν: Σαράντα νέα F-16 και άρση κυρώσεων ζήτησε ο Τούρκος πρόεδρος

Συνομιλία Μπάιντεν-Ερντογάν: Σαράντα νέα F-16 και άρση κυρώσεων ζήτησε ο Τούρκος πρόεδρος
Τζο Μπάιντεν και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες τον Ιούνιο του 2021 Brendan Smialowski, Pool via AP

Τηλεφωνική επικοινωνία διάρκειας 45 λεπτών είχαν οι Τζο Μπάιντεν και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε συνέχεια της τριμερούς της Αττάλειας για τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τον Τούρκο πρόεδρο να ζητά άρση των «άδικων κυρώσεων» σε βάρος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας λέγοντας ότι επιθυμεί να αγοράσει 40 νέα μαχητικά αεροσκάφη F-16 και να εκσυγχρονίσει αυτά που έχει ήδη, το συντομότερο δυνατόν.

Κατά την ανακοίνωση που εκδόθηκε από την τουρκική προεδρία κατόπιν της συνομιλίας αναφέρεται ότι ο Ερντογάν δήλωσε στον Τζο Μπάιντεν πως ο ρόλος της Τουρκίας στην προσπάθεια να συνεχιστεί ο διάλογος μεταξύ Μόσχας και Κιέβου είναι σημαντικός, προκειμένου να αποτραπεί περαιτέρω κλιμάκωση.

Και επισήμανε πως η τριμερής συνάντηση Λαβρόφ-Κουλέμπα-Τσαβούσογλου στην Αττάλεια, λίγες ώρες νωρίτερα, ήταν ήδη μία «διπλωματική επιτυχία».

Θα ακολουθήσει τηλεφωνική επικοινωνία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.

Σύμφωνα με εκπρόσωπο της τουρκικής προεδρίας, ο Ερντογάν τόνισε στον Αμερικανό πρόεδρο πως ήρθε η ώρα να αρθούν όλες οι «άδικες» κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε βάρος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας.

Και επισήμανε ότι η Τουρκία επιθυμεί να αγοράσει 40 νέα μαχητικά αεροσκάφη F-16 και να εκσυγχρονίσει αυτά που έχει ήδη, το συντομότερο δυνατόν.

Η Tουρκία σχεδίαζε αρχικά να αποκτήσει περισσότερα από 100 μαχητικά F-35, που κατασκευάζει η Lockheed Martin, αλλά οι ΗΠΑ την απέκλεισαν από το πρόγραμμα το 2019 αφότου απέκτησε τα ρωσικά αντιπυραυλικά συστήματα S-400. Η Τουρκία χαρακτήρισε άδικη την απόφαση και αξίωσε αποζημίωση για την πληρωμή 1,4 δισ. δολαρίων.

Πριν από μερικούς μήνες είχε γίνει γνωστό ότι η Άγκυρα υπέβαλε αίτημα στην Ουάσινγκτον για την αγορά 40 αεροσκαφών F-16 και εξοπλισμού για τον εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών της. Η απόκτηση των ρωσικών S-400 έφερε επίσης αμερικανικές κυρώσεις στην Τουρκία. Τον Δεκέμβριο του 2020 η Ουάσινγκτον έβαλε στη «μαύρη λίστα »τη Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκίας, τον επικεφαλής της Ισμαήλ Ντεμίρ και άλλους τρεις αξιωματούχους.

Η επί δεκαετίες συνεργασία μεταξύ των δύο συμμάχων στο ΝΑΤΟ κλονίστηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των διαφωνιών για τη Συρία, των στενών δεσμών της Άγκυρας με τη Μόσχα, των αμερικανικών κατηγοριών σε βάρος της τουρκικής τράπεζας Halkbank και των αποκαλύψεων για καταπάτηση δικαιωμάτων και ελευθεριών στην Τουρκία.

Η Ουάσινγκτον έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει την Τουρκία να μην αγοράσει άλλα ρωσικά οπλικά συστήματα. Από την πλευρά της η Άγκυρα έχει δηλώσει πως σκοπεύει να προχωρήσει στην αγορά μιας δεύτερης παρτίδας S-400 από τη Ρωσία, κάτι που θα μπορούσε να επιδεινώσει την διπλωματική ρήξη με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το τουρκικό αίτημα για την αγορά μαχητικών αεροσκαφών εκτιμάται πως δύσκολα θα εγκριθεί από το αμερικανικό Κογκρέσο, που δεν τρέφει και τα καλύτερα αισθήματα για την Τουρκία τα τελευταία χρόνια. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές προέτρεψαν τον Μπάιντεν τον Οκτώβριο να μην πουλήσει μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Τουρκία, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι το Κογκρέσο θα μπλόκαρε τη συμφωνία.

H ανακοίνωση του Λευκού Οίκου

Στην ανακοίνωση που εξέδωσε κατόπιν της επικοινωνίας ο Λευκός Οίκος αναφέρεται ότι οι Τζο Μπάιντεν και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «συζήτησαν την κοινή τους ανησυχία για την απόρκληση και αδικαιολόγητη εισβολή στην Ουκρανία».

«Επαναβεβαίωσαν την ισχυρή υποστήριξή τους προς την κυβέρνηση και το λαό της Ουκρανίας, υπογράμμισαν την ανάγκη για άμεση παύση της ρωσικής επιθετικότητας και χαιρέτησαν τη συντονισμένη διεθνή απάντηση στην κρίση» αναφέρει ο Λευκός Οίκος, προσθέτοντας:

«Ο πρόεδρος Μπάιντεν εξέφρασε την εκτίμηση για τις προσπάθειες της Τουρκίας προς υποστήριξη διπλωματικής επίλυση της σύγκρουσης, καθώς και τις πρόσφατες επαφές της Τουρκίας με περιφερειακούς ηγέτες που συμβάλλουν στην προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας».

«Επιπλέον, οι πρόεδροι συζήτησαν ευκαιρίες για ενίσχυση των διμερών σχέσεων» καταλήγει η ανακοίνωση.